Στις εκλογές της 6ης Μαΐου ο ελληνικός λαός αποφάσισε να κλείσει τον κύκλο της Μεταπολίτευσης. Αυτό που, καιρό τώρα, δεν μπόρεσαν ή δεν θέλησαν να κάνουν τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, το επέβαλε με τη ψήφο του. Με ένα «ξαφνικό θάνατο» ανετράπησαν όλες οι σταθερές του πολιτικού συστήματος, μετατοπίστηκε το κέντρο βάρους του και ένα καινούργιο πολιτικό σκηνικό στήθηκε, περισσότερο σύνθετο και πολύπλοκο.
Η Ν.Δ., αν και πρώτο κόμμα έχασε σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων της, ενώ το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση στη Βουλή.
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ τετραπλασίασε τα ποσοστά του, η ΔΗΜΑΡ εξασφάλισε άνετα την κοινοβουλευτική εκπροσώπησή της, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες σημείωσαν ταχύτατη εκλογική εξέλιξη και η είσοδος της «Χρυσής Αυγής» τρομοκρατεί ακόμα και ως εικόνα. Το τέλος του κύκλου της Μεταπολίτευσης επήλθε με τη ρευστοποίηση των εκλογικών ποσοστών των δύο πρώην μεγάλων κομμάτων, την κατάρρευση του δικομματισμού και την, ουσιαστικά, ρυθμιστική θέση του ΣΥΡΙΖΑ.
Εντούτοις, ο «ξαφνικός θάνατος» ενείχε και ένα άλλο στοιχείο, το οποίο ορισμένοι αρνούνται να κατανοήσουν ακόμα και σήμερα. Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα από την αρχή της κρίσης και μετά, οι πολίτες πίεζαν για την αλλαγή του πολιτικού προσωπικού και την ανανέωση της πολιτικής ζωής. Πίεζαν για ανάληψη της πολιτικής ευθύνης από αυτούς που διαμόρφωσαν τις συνθήκες χρεοκοπίας στη χώρα. Ζητούσαν την προσοχή του πολιτικού συστήματος για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας. Απαιτούσαν την πραγματική καταπολέμηση της παρακμής και της διαφθοράς. Ανέμεναν, τέλος, την απόσυρση όσων πλήγωσαν με πράξεις και παραλείψεις τους τη χώρα και την κοινωνία. Οι πιέσεις, οι προσδοκίες και οι απαιτήσεις είχαν διατυπωθεί με κάθε τρόπο: με αντιδράσεις, διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις, αποδοκιμασίες, ακόμα και με τάσεις δημοσκοπικές. Πολλοί δεν κατάλαβαν ή έκαναν πως δεν καταλάβαιναν τίποτα. Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ παρουσιάσθηκαν ενώπιον του λαού στις εκλογές με το ίδιο εν πολλοίς και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πολύ φθαρμένο πολιτικό προσωπικό, με ένα πολιτικό σχέδιο εκτάκτου ανάγκης και με την πεποίθηση ότι ο μονόδρομος της κρίσης θα οδηγήσει σε αναγκαστικές επιλογές. Όπως αποδείχθηκε έκαναν λάθος. Ο λαός απέρριψε πολιτικές και μαζί τα πρόσωπα που τις ενσάρκωναν, επιδιώκοντας αυτή τη φορά να ακουστεί, έστω και με κόστος ή με ρίσκο. Ανέτρεψε την ηγεμονία του παραδοσιακού δικομματισμού, έβαλε νέους παίκτες στο παιγνίδι της διαχείρισης της κρίσης και κατέστησε περίπλοκη την αριθμητική της διακυβέρνησης. Σε αυτές τις εκλογές ο ελληνικός λαός ψήφισε τιμωρητικά και, ταυτόχρονα, δοκιμάζει τα όρια και τις αντοχές του πολιτικού συστήματος.
Και τώρα τι; Η ανατροπή του πολιτικού συστήματος θα γεννήσει νέους πολιτικούς σχηματισμούς ή θα προκαλέσει τη βαθειά ανανέωση των υπαρχόντων; Τι θα συμβεί αν ο λαός διαψευσθεί και πάλι από τη διαχείριση τις εντολής/οργής του; Με την τιμωρητική ψήφο φτιάχνεται κυβέρνηση;
Η διαφαινόμενη προσφυγή στις κάλπες εκ νέου δείχνει πως όχι. Όμως, το ζητούμενο πλέον δεν είναι ούτε η οργή ούτε οι ασκήσεις επί χάρτου με στόχο απλά τη διαπίστωση ότι κυβερνήσεις συνεργασίας με αυτό τον κατακερματισμό δυνάμεων είναι αδύνατον να σχηματιστούν. Συνεπώς, η σημερινή πραγματικότητα επιβάλλει πλέον την ανασυγκρότηση πολιτικών χώρων, δυνάμεων και κομμάτων. Επιτάσσει την ανανέωση προσώπων και πολιτικών. Επιβάλλει ένα συλλογικό mea culpa από την πλευρά των μέχρι χθες κυρίαρχων πολιτικών σχηματισμών και την επιστροφή στην πολιτική με παράλληλη έμπρακτη αποδοκιμασία του πελατειακού κράτους και των κομμάτων-εξυπηρετητών.
Η οργή του λαού και η εξάντληση της αντοχής και της ανοχής του δεν έφεραν μόνο την ανατροπή των συσχετισμών στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Αυτό θα ήταν αναμενόμενο και, ίσως, για πολλούς επιθυμητό. Έφεραν, όμως, μαζί τη Χρυσή Αυγή και μία εικοσάδα νεοναζί και ακροδεξιούς στη Βουλή. Αυτό είναι ανεπιθύμητο! Έφεραν, επίσης, μία περίοδο ακυβερνησίας που έχει άμεσες συνέπειες τόσο στη διεθνή εικόνα της χώρας όσο και στις δυνατότητες διαχείρισης της κρίσης. Και αυτό είναι επικίνδυνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου