Pages

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Σεμπάστιαν Κοχ: «Έχουμε χάσει τις ρίζες μας»

Έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό με την ταινία «οι Ζωές των άλλων», του Φλοριάν Χένκελ Φον Ντόνερσμαρκ, όπου υποδύθηκε τον θεατρικό συγγραφέα Γκεόργκ Ντρέιμαν. Τώρα, ο καταξιωμένος Γερμανός ηθοποιός Σεμπάστιαν Κοχ ετοιμάζεται να κατακτήσει τις καρδιές των Ελλήνων, πρωταγωνιστώντας στη νέα ταινία του Γιάννη Σμαραγδή «Ο Θεός αγαπάει το χαβιάρι». Δέκα ημέρες πριν από την «έξοδό» της στις κινηματογραφικές αίθουσες, η ταινία έκανε την επίσημη πρεμιέρα της στην Ελλάδα τη Δευτέρα, 1η Οκτωβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ο Κοχ υποδύεται τον Ιωάννη Βαρβάκη, τον εθνικό ευεργέτη που από πειρατής του Αιγαίου έφτασε στην αυλή της Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας, κέρδισε χρήματα με το εμπόριο χαβιαριού για να κάνει μια ξαφνική μεταστροφή και να επιστρέψει στην πατρίδα του με σκοπό να βοηθήσει τους Έλληνες. Ο Γερμανός ηθοποιός ομολογεί ότι δεν γνώριζε τίποτα για τον Βαρβάκη όταν ο Γιάννης Σμαραγδής του πρότεινε τον ρόλο, αλλά όπως λέει «ήταν τόσο πεπεισμένος ότι εγώ είμαι ο καταλληλότερος για να τον υποδυθώ». «Κι όταν ένας σκηνοθέτης διαλέγει εσένα απ όλους τους ηθοποιούς στον κόσμο και υπερασπίζεται με τέτοια θέρμη την επιλογή του, αυτό από μόνο του σημαίνει κάτι. Μετά ερωτεύτηκα αυτόν τον χαρακτήρακαι προσπάθησα να κάνω το καλύτερο που μπορούσα», αναφέρει ο Κοχ. Για να προσεγγίσει τον ρόλο μελέτησε πολύ την ελληνική ιστορία, για να μάθει την εποχή που έζησε ο Βαρβάκης και διαδραματίζεται η ταινία.
Το πιο σημαντικό όμως, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, ήταν να περάσει χρόνο με Έλληνες, κάτι που τον βοήθησε να τους καταλάβει σε ένα βαθύτερο επίπεδο. «Ήθελα να συλλάβω κάτι πιο ουσιαστικό, την ψυχή και την νοοτροπία του Έλληνα. Αυτό είναι κάτι που δεν μπορείς να το μάθεις, ούτε να το βρεις στα βιβλία, μόνο να το νιώσεις μπορείς», εξηγεί. Η επιλογή ενός Γερμανού ηθοποιού για να ενσαρκώσει έναν Έλληνα ευεργέτη εντυπωσίασε και τον ίδιο τον Κοχ, που γοητεύτηκε τόσο από την επιμονή του Γιάννη Σμαραγδή, όσο και από την προσωπικότητα του Βαρβάκη. «Ήταν μεγάλη ευθύνη για μένα, να υποδυθώ τον Βαρβάκη, γιατί ήθελα να το κάνω σωστά. Αυτό που προσπαθώ στην καριέρα μου είναι να μην επαναλαμβάνομαι, να βρίσκω καινούρια πράγματα και να παίρνω ρίσκα. Το ρίσκο είναι σημαντικό για μένα, γιατί 'ξυπνάει', ενεργοποιεί τις αισθήσεις μου, χωρίς να ξέρω που μπορεί να με οδηγήσει. Μπορεί εντέλει να είναι μια αποτυχία, κάθε φορά όμως είναι κάτι εντελώς καινούριο, από το οποίο μπορεί να μάθω πολλά και για τη ζωή μου επίσης», υποστηρίζει. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Βαρβάκης ήταν ένας άνθρωπος της προσφοράς, που έπραττε υπέρ των άλλων και χάρισε τα πάντα. «Οδηγείται από μία μεγάλη δύναμη και τελικά συνειδητοποιεί ότι δεν έχει να κάνει με τα χρήματα, ούτε με το να σκορπίζει απλά γενναιοδωρία, αλλά με το να ανοίξει την καρδιά του και να προσφέρει στους γύρω του», αναφέρει ο Κοχ. «Πιστεύω ότι σήμερα το έχουμε ξεχάσει αυτό. Ξεχάσαμε ότι είμαστε εδώ για τους άλλους. Θεωρώ ότι παλαιότερα το κεφάλαιο ήταν πάντα συνδεδεμένο με κάποια ηθική, κάποια ιδανικά.
Η κύρια αιτία για την κρίση, που ζούμε σήμερα, είναι ότι το χάσαμε αυτό. Όλα πια έχουν να κάνουν με αριθμούς και με το πώς θα αποκτήσουμε χρήματα και ακόμα περισσότερα χρήματα. Αυτά ποτέ δεν συνδέονται με μια ιδέα, μια φιλοσοφία». «Έχουμε χάσει τις ρίζες μας», λέει χαρακτηριστικά. «Πιστεύω ότι υπάρχουν τόσοι πλούσιοι άνθρωποι (και στην Ελλάδα επίσης), με δύναμη όπως ο Ιωάννης Βαρβάκης -οι οποίοι δεν χρειάζεται φυσικά, να πάνε σε μοναστήρι- αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως όλα είναι συνδεδεμένα, είμαστε όλοι συνδεδεμένοι, δεν υπάρχει εγώ, υπάρχει εμείς». «Αυτό είναι το σημαντικό και ελπίζω να το νιώσουν όσοι δουν την ταινία στην Ελλάδα και να είναι περήφανοι για τον Βαρβάκη γιατί είναι τόσο Έλληνας, τόσο παθιασμένος, με μία αφέλεια και μία περιέργεια ενός μικρού παιδιού που θέλει να κυνηγήσει τα πάντα...». «Είναι τόσο ικανός με τις επιχειρήσεις, όταν όμως χάνει τον γιο του, συνειδητοποιεί ότι η δουλειά και η επιχειρηματικότητα του τον έχουν απομονώσει, τον έχουν οδηγήσει σε λάθος μονοπάτι. Του παίρνει πολύ χρόνο να το καταλάβει, αλλά τη στιγμή που το κάνει, είναι έτοιμος να δεχτεί τις συνέπειες, γι' αυτό και μοιράζει τα πάντα. Δεν είναι απαραίτητο να κάνει κάποιος το ίδιο, αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι όλοι με έναν τρόπο είμαστε συνδεδεμένοι και δεν μπορούμε να ζούμε σαν να είμαστε μόνοι», συμπληρώνει. Μιλώντας για τα γυρίσματα είπε ότι όταν ξεκίνησαν, οι συνθήκες ήταν τελείως διαφορετικές: «Υπήρχαν χρήματα, μεγάλες υποσχέσεις... Όταν ξέσπασε η κρίση πολλοί χορηγοί έκαναν πίσω, με αποτέλεσμα στα τελειώματα να είναι πραγματικά δύσκολο. Το ότι ολοκληρώθηκε οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στηνΕλένη Σμαραγδή. Στην πρεμιέρα αισθάνθηκα πολύ ευτυχισμένος, γιατί έχω κάνει μεγάλη προσπάθεια και έχω βάλει πολλή αγάπη σε αυτό το έργο, όπως και όλοι οι συντελεστές.
Και ελπίζω αυτό να περάσει στον κόσμο». Αναφερόμενος στα στερεότυπα που έχει βοηθήσει να δημιουργηθούν μερίδα του Τύπου στην Γερμανία για την Ελλάδα και τους Έλληνες (και το αντίστροφο), σχολιάζει: «Φυσικά υπάρχουν τα κλισέ, ότι οι Γερμανοί είναι πολύ αποφασιστικοί, ξέρουν τα πάντα, οργανώνουν τα πάντα, ακολουθούν πρόγραμμα , ξυπνούν νωρίς το πρωί, κοιμούνται νωρίς και δουλεύουν όλη μέρα. Ενώ, αντίθετα, οι Έλληνες κάθονται όλη μέρα στον ήλιο και δεν κάνουν τίποτα. Αυτά είναι γελοία. Όλα αυτά βγαίνουν συνήθως από τα ΜΜΕ.Υποκινούνται και από τους πολιτικούς καμιά φορά. Οι έξυπνοι άνθρωποι δεν τα πιστεύουν αυτά». «Αν και υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα σ' αυτές τις δύο χώρες, δεν πρέπει η σκέψη μας να μπαίνει σε στεγανά, ούτε να οδηγούμαστε σε πρόωρα συμπεράσματα. Ότι αυτό είναι καλό και αυτό κακό. Είναι απλά διαφορετικό. Πρέπει να προσπαθήσουμε να τις καταλάβουμε και να τις αγκαλιάσουμε αυτές τις διαφορές και να βρούμε λύσεις όλοι μαζί. Το γεγονός ότι έπαιξα τον Βαρβάκη, είναι ήδη μια προσέγγιση πώς μπορεί να σπάσει κανείς αυτά τα περίεργα κλισέ», συμπληρώνει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου