Του Κ. Α. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΥ
Δημοτικού συμβούλου
Δήμου Μεσσήνης
Η ΕΠΙΘΕΣΗ του καπιταλιστικού ιερατείου των Βρυξελλών προς τους λαούς της ΕΕ δεν έχει τελειωμό. Η επίμονη και συστηματική του προσπάθεια να διασώσει τις υπό χρεοκοπία τράπεζες με τους αχόρταγους τραπεζίτες, καλά κρατεί. Ιδιαίτερα για τη χώρα μας η επίθεση αυτή έχει λάβει διαστάσεις εξόντωσης. Η ΚΑΠ ισοπέδωσε την ελληνική αγροτική οικονομία επιβάλλοντας τους κανόνες του δήθεν «ελεύθερου ανταγωνισμού», όπου τα αγροτικά προϊόντα μετατράπηκαν σε απρόσωπα χρηματιστηριακά είδη χωρίς ποιοτικά χαρακτηριστικά. Έτσι άρχισαν αθρόες εισαγωγές πάμφθηνων τριτοκοσμικών προϊόντων που γονάτισαν τους έλληνες παραγωγούς. Με τις ποσοστώσεις στην παραγωγή η Ελλάδα υποχρεώθηκε να έχει εξαρτημένη αγροτική πολιτική και παραγωγή και εξαναγκάστηκε να εισάγει μια σειρά προϊόντα που παράγει και η ίδια. Με τις επιδοτήσεις σε συγκεκριμένα προϊόντα έγινε ουσιαστικά επιλογή και του τι θα παράγουμε. Μ’ αυτόν τον τρόπο η ΚΑΠ έφερε καίριο πλήγμα στην αγροτική μας οικονομία καθώς το σχέδιό τους ήταν εξ ’αρχής η δραστική συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού. Οι τιμές των αγροτικών προϊόντων είναι καθηλωμένες, εδώ και πολλά χρόνια, το κόστος όμως παραγωγής αυξάνεται κάθε χρονιά, καθιστώντας τη μια καλλιέργεια μετά την άλλη ασύμφορη. Οι εξωφρενικές αυξήσεις στα λιπάσματα, στα φυτοφάρμακα και στις ζωοτροφές, οι απανωτές αυξήσεις στο αγροτικό ρεύμα, η μη χορήγηση φθηνού πετρελαίου έχουν οδηγήσει μικρούς και μεσαίους αγρότες και κτηνοτρόφους στα όρια των αντοχών τους, σε απόγνωση. Ουσιαστικά δουλεύουν για να καλύπτουν τα έξοδά τους. Και σαν να μην τους έφτανε αυτό ήρθανε και τα καινούρια φορομπηχτικά μέτρα. Τους επιβάλλει την ένταξη στον ΚΦΑΣ (Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών), με φορολόγηση και σε κάθε στρέμμα αγροτικής γης. Οι εισφορές στον ΕΛΓΑ συνεχώς αυξάνονται χωρίς να δίνονται και ανάλογες αποζημιώσεις όταν χρειαστεί, ενώ είναι στα σκαριά και ο διπλασιασμός σχεδόν της τιμής του ρεύματος για να καλυφθούν υποτίθεται οι ζημιές της ΔΕΗ από τη μεγάλη κομπίνα με το «φύτεμα» των φωτοβολταϊκών. Πρόκειται για πολιτικές, που εντέλλονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και στοχεύουν στην οικονομική εξόντωση του μεγαλύτερου μέρους των αγροτών, ώστε να μεγαλώσει η διατροφική εξάρτηση της χώρας από τις ξένες πολυεθνικές, να ισχυροποιηθούν περισσότερο οι ντόπιοι τσιφλικάδες, η αγροτική γη να γίνει μέρος του κερδοσκοπικού παιχνιδιού εταιριών real estate και τραπεζών, και να διωχθούν οι νέοι από τα χωράφια τους προς το εξωτερικό, σε μια περίοδο που η γεωργική απασχόληση θα βοηθούσε σημαντικά στην ελάττωση της ανεργίας στους νέους που είναι πάνω από 60%.
Σ’ ΑΥΤΑ προστέθηκε το ξεπούλημα, κυριολεκτικά, της «καλής» ΑΤΕ στην Πειραιώς έναντι ενός ασήμαντου ποσού, ενώ την «κακή» την έθεσαν υπό εκκαθάριση. Υποτίθεται ότι η Αγροτική Τράπεζα δημιουργήθηκε για να προστατέψει τους αγρότες από την τοκογλυφία και την καταστροφική εξάρτηση από τις εμπορικές τράπεζες, κάτι βέβαια που δεν έγινε ποτέ. Ήδη είχε πάψει από πολλά χρόνια (1991) να είναι «αγροτική» αφού μόλις το 13% των χορηγήσεών της αφορούσε αγροτικό τομέα και η συμπεριφορά και οι δραστηριότητές της σε τίποτα δεν διέφεραν από τις ληστρικές εμπορικές τράπεζες. Όμως οι αγρότες νόμιζαν ότι εκεί μπορούσαν να βρουν κάτι διαφορετικό κι έτσι συνέρρεαν στην ΑΤΕ για καλλιεργητικά δάνεια, για στεγαστικά, για αγροτικά μηχανήματα, βάζοντας υποθήκη τα κτήματά τους. Τώρα, αγρότες και οι συνεταιριστικές οργανώσεις τους με ληξιπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις στην ΑΤΕ βρίσκονται σε απόγνωση μπροστά στην άτεγκτη τροϊκανή τράπεζα Πειραιώς. Τελικά τα ενήμερα (εξυπηρετούμενα) δάνεια τα πήρε το «καλό» κομμάτι της τράπεζας (αξίας 25 δις ευρώ) που πωλήθηκε στην Πειραιώς με μόνο 90 εκατομμυριάκια (καταξοδεύτηκε ο Σάλλας και η κλίκα του). Τα μη ενήμερα(κόκκινα), ύψους 8 δις ευρώ, τα έβαλαν στο «κακό» κομμάτι της τράπεζας, που το έθεσαν υπό εκκαθάριση και τα φόρτωσαν στο Δημόσιο. Αυτά θα πουληθούν σε ειδικές εισπρακτικές εταιρείες του εξωτερικού που έχουν εγκατασταθεί στη Ελλάδα, έναντι του 5 ή 10% της ονομαστικής τους αξίας και θα γίνουν απαιτητά, με τις γνωστές μεθόδους, από εισπρακτικούς γκάνγκστερ, καθώς παρ’ όλες τις σχετικές ρυθμίσεις της τελευταίας στιγμής που έγιναν, δεν υπάρχει φράγκο στις τσέπες των αγροτών. Έτσι ο Σάλλας (Πειραιώς) και η παρέα του δεν πρόκειται να χάσουν ούτε ένα ευρώ. Εκείνοι που θα χάσουν είναι οι αγρότες κι όλοι εμείς. Ωστόσο, εκείνο το οποίο πρέπει να επισημανθεί στον αγροτικό κόσμο είναι ότι όποιος χρωστούσε στην ΑΤΕ, η οφειλή του τώρα έχει περάσει στην αδίστακτη Πειραιώς. Συνεπώς το δάνειό του τώρα δεν λέγεται καλλιεργητικό αλλά εμπορικό. Άρα η καλλιεργήσιμη γη του μπορεί να προσημειωθεί σαν να ήταν ένα ακίνητο. Στη πρώτη λοιπόν ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμής της δόσης θα κινηθούν διαδικασίες κατάσχεσης ή πλειστηριασμού. Με το νέο δε φορολογικό νομοσχέδιο τα αγροτεμάχια αποκτούν αντικειμενική αξία και αντιμετωπίζονται σαν εμπορικά ακίνητα που εύκολα πλέον γίνονται στόχοι κερδοσκοπίας των εταιρειών real estate. Οπότε ουσιαστικά χάνεται η έννοια «αγροτική γη» και ανεβαίνει κατακόρυφα το κόστος της. Αυτόματα θα αρχίσει να ανεβαίνει κατακόρυφα και η φορολογία της (από τα 2 ευρώ/στρέμμα που είναι σήμερα) με συνέπεια να αρχίσει ένα τσουνάμι πωλήσεων που θα συγκεντρώσει τη γη στα χέρια ελάχιστων ντόπιων και ξένων τσιφλικάδων κι εταιρειών που θα τη χρησιμοποιήσουν λιγότερο για παραγωγή και περισσότερο σε κερδοφόρες αγοραπωλησίες.
ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ αγροτικής τράπεζας, τελειώνει κάθε προοπτική για την αγροτική οικονομία. Οι μικρομεσαίοι αγρότες, χωρίς κάποιο προνομιακό καθεστώς δανεισμού, χωρίς καλλιεργητικές συμβουλές, χωρίς παροχή τεχνογνωσίας και τεχνικής εποπτείας που θα μπορούσε να προσφέρει μια τέτοια τράπεζα, είναι αδύνατο να επιβιώσουν. Αυτό ακριβώς επιδιώκουν η συμμορία των ευρωτραπεζιτών μαζί με το ντόπιο τραπεζικό καρτέλ που τους ενδιαφέρει να συγκεντρωθεί η γη σε χέρια ελαχίστων διαπλεκόμενων για να γίνει πιο εύκολη η συμμετοχή τους στα μεγάλα κερδοσκοπικά παιχνίδια της χρηματιστικής αγυρτείας που βρίσκονται σε εξέλιξη διεθνώς. Κι ένα από τα μεγαλύτερα είναι η εκποίηση της χώρας μας και του λαού της. Αυτός είναι ο πραγματικός κίνδυνος, η πιο εφιαλτική προοπτική για μας και τα παιδιά μας. Η συνειδητοποίηση αυτού του χειροπιαστού κινδύνου δεν μας επιτρέπει να παραμένουμε θεατές στις κινητοποιήσεις των αγροτών, των γιατρών, των καθηγητών κ.ά. Η συμπόρευση με τις δυνάμεις που αντιπαλεύουν τις πολιτικές της Ευρωένωσης είναι πια μονόδρομος. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μας έσωσε ούτε θα μας σώσει, μας βούλιαξε στα χρέη και στην εξαθλίωση. Καιρός είναι να την ξεφορτωθούμε. Κι αυτό πρέπει να φανεί στις προσεχείς εκλογές.