Μείωση των πωλήσεων στα επίπεδα του 10% καταγράφει η φετινή έρευνα που πραγματοποιεί το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕ), για την κίνηση των καταστημάτων στην Καλαμάτα. Τα γενικότερα συμπεράσματα είναι πως ήταν «φτωχό» το αποτέλεσμα των εκπτώσεων για το σύνολο της αγοράς, καθώς εκτιμάται ότι η μείωση στον τζίρο των επιχειρήσεων ξεπερνά το 1 δισεκατομμύριο ευρώ σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι η μεσοσταθμική μείωση της αγοραστικής κίνησης το 2016, σε σχέση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2015, κυμαίνεται στα επίπεδα του -20,8%, ενώ θα πρέπει να σημειωθεί πως ο εκτιμώμενος τζίρος για τη χειμερινή εκπτωτική περίοδο θα διαμορφωθεί το 2016 περίπου στα 4,49 δισ. ευρώ, καταγράφοντας απώλειες 1,18 δισ. ευρώ σε σχέση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2015. Από την έρευνα που πραγματοποίησε και εφέτος το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της ΕΣΕΕ για τις χειμερινές εκπτώσεις και διερεύνησε τη στάση και τις απόψεις των εμπόρων για το άνοιγμα των Κυριακών, προκύπτει ότι, αν και οι έμποροι της λιανικής είχαν ως στόχο κατά τη διάρκεια των χειμερινών εκπτώσεων να πλησιάσουν τα επίπεδα του περυσινού τζίρου, αυτό δεν ήταν εφικτό.
1. Οι μισθωτοί θα υποστούν αύξηση του φόρου εισοδήματος. Τα τεχνικά κλιμάκια της τρόικας έχουν ήδη ενημερωθεί από τα αντίστοιχα ελληνικά ότι στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος θα προστεθούν ένα ή δύο κλιμάκια το πρώτο θα προβλέπει συντελεστή 37% και θα αφορά στο τμήμα του εισοδήματος από τις 30-32.000 έως τις 42.000 ευρώ ενώ ένας δεύτερος συντελεστής θα επιβάλλει φόρο 50% στο τμήμα εισοδήματος άνω των 50.000 ευρώ. Για τους έχοντες εισοδήματα άνω των 30.000 ευρώ, η πρόσθετη ετήσια επιβάρυνση θα κινείται από τα 400 ευρώ και πάνω.
2. Οι συνταξιούχοι που εξακολουθούν να δηλώνουν ετήσιες αποδοχές από συντάξεις άνω των 30.000 ευρώ θα υποστούν διπλό χτύπημα καθώς εκτός από την αύξηση του φόρου που θα φέρει η νέα φορολογική κλίμακα, κινδυνεύουν και με περικοπή της κύριας και της επικουρικής σύνταξης (σ.σ ειδικά για όσους είναι στο ανώτερο πλαφόν, η περικοπή μάλλον θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη).
3. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες είναι πολύ πιθανό να αντιμετωπίσουν και αύξηση του φόρου και αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών ειδικά αν το καθαρό εισόδημα ξεπερνά τις 30-40.000 ευρώ.
4. Πρόσθετο φόρο θα πληρώσουν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων με υψηλά εισοδήματα από ενοίκια. Για τα ενοίκια από τις 12.000 ευρώ και πάνω ο συντελεστής θα ανέβει στο 35% ενώ είναι πιθανό να θεσπιστεί και συντελεστής 45% για τα εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ.
Η πολιτική που θέλει να εφαρμόσει το υπουργείο Οικονομικών θα πλήξει τους λίγους: αυτούς που δηλώνουν τα εισοδήματά τους και ούτως ή άλλως σηκώνουν τα περισσότερα φορολογικά βάρη. Σε σύνολο περίπου οκτώ εκατομμυρίων φορολογουμένων, ούτε καν 600.000 άτομα δεν ξεπερνούν τις 20.000 ευρώ ενώ αυτοί που σπάνε και το φράγμα των 30.000 ευρώ είναι περίπου 400.000 άτομα. Αντίστοιχα, τους πολλούς φόρους τους πληρώνουν οι λίγοι καθώς προκύπτει ότι το 95% των φορολογουμένων, καταβάλλει το 40% των φόρων ενώ το 5% των φορολογουμένων πληρώνει το 60% των φόρων. Επίσης:
1. Τα τρία εκατομμύρια δεν πληρώνουν ούτε ένα ευρώ. Πρόκειται κυρίως για μισθωτούς και συνταξιούχους οι οποίοι καλύπτονται από το αφορολόγητο των 9.550 ευρώ που προβλέπει η κλίμακα.
2. Τα 1,86 εκατομμύρια καταβάλλουν ποσά της τάξεως των 100-300 ευρώ ετησίως δηλαδή από 8,5 έως 25 ευρώ τον μήνα. Σε αυτή την ομάδα πληθυσμού, συναντώνται εισοδηματίες που δηλώνουν από ενοίκια μόλις 1000 ευρώ τον χρόνο (σ.σ συνολικά σε αυτή την κατηγορία ανήκουν πάνω από 600.000 άτομα), το μεγαλύτερο μέρος των αγροτών (σ.σ οι περισσότεροι δηλώνουν εισοδήματα έως 2500 ευρώ τον χρόνο). Υπάρχουν και τουλάχιστον 130.000 επιτηδευματίες που δηλώνουν εισοδήματα έως 1000 ευρώ, γι’ αυτούς όμως ο λογαριασμός ανεβαίνει λόγω του τέλους επιτηδεύματος που ανέρχεται στα 650 ευρώ τον χρόνο είτε υπάρχει εισόδημα είτε δεν υπάρχει.
3. Περίπου 1,4 εκατομμύρια φορολογούμενοι, πληρώνουν ποσά της τάξεως των 300-1000 ευρώ. Είναι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι με τις αποδοχές των 10-15.000 ευρώ, εισοδηματίες με αποδοχές από 5000 έως 10.000 ευρώ και λίγοι αγρότες (περίπου 12.800 σε σύνολο άνω των 430.000) που δηλώνουν εισοδήματα από 12-15.000 ευρώ.