Ο αντίκτυπος της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής, με τις μέσες παγκόσμιες θερμοκρασίες να αυξάνονται, θα οδηγήσει στην αύξηση της συχνότητας των πιο ακραίων κλιματικών φαινομένων, όπως οι ξηρασίες και τα κύματα καύσωνα, ιδιαίτερα στη μεσογειακή λεκάνη.
του Γεώργιου Ζακυνθινού, καθηγητή Τεχνολογίας, Ασφάλειας και Ανάπτυξης Λειτουργικών Τροφίμων και Υγειοπροστατευτικών Προϊόντων στη Δημόσια Υγεία, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Η ελιά (Olea europaea L.) καλλιεργείται σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και αποτελεί τη βάση για αγροβιομηχανικά προϊόντα, αξίας άνω των 11 δισ. ευρώ ετησίως. Σήμερα, μεγάλο μέρος της Νότιας Ευρώπης βιώνει έντονο κύμα καύσωνα, με σοβαρές επιπτώσεις και στην ελαιοκαλλιέργεια. Κατά συνέπεια, οι συνθήκες μπορούν να συμβάλουν στην υποβάθμιση του ελαιοκομικού τομέα.
Οι θερμικές συνθήκες ως καταπόνηση
Οι θερμικές συνθήκες, όμως, ρυθμίζουν στενά όλες τις φάσεις του κύκλου ζωής της καλλιέργειας. Οι αυξημένες θερμοκρασίες μπορεί να επηρεάσουν καθεμία από τις φάσεις, όπως βλάστηση, άνθιση, δέσιμο καρπού, ανάπτυξη και αύξηση καρπού, καθώς και την παραγωγή ελαιολάδου. Οι ζεστοί χειμώνες μπορεί να επηρεάσουν την επαγωγή των ανθέων στην περίπτωση της ελιάς Καλαμών στη Μεσσηνία φέτος. Μια ζεστή άνοιξη μπορεί να επηρεάσει τη βιωσιμότητα των κόκκων γύρης και του στίγματος, καθώς η κυτταρική διαίρεση/επέκταση κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης φρούτων μπορεί να επηρεαστεί από τα ζεστά καλοκαίρια. Ένα ασυνήθιστα ζεστό καλοκαίρι μπορεί, επίσης, να επηρεάσει τη συγκέντρωση του ελαιολάδου και την ποιότητά του κατά τη συγκομιδή.
Οι επιπτώσεις
Το 2018, ερευνητές ανέφεραν ότι η μείωση της φωτοσυνθετικής ικανότητας των ελαιοδέντρων, που καλλιεργούνται υπό συνθήκες υπερβολικής θερμοκρασίας και ελλείμματος νερού ήταν σύμφωνη με τη μείωση της δραστηριότητας του RuBisCo. Tο RuBisCο είναι ένα σημαντικό ένζυμο βιολογικά, επειδή καταλύει την πρωτογενή χημική αντίδραση, με την οποία ο ανόργανος άνθρακας από τα ελαιόδεντρα εισέρχεται στη βιόσφαιρα ως CO2.
Η μείωση αυτή μπορεί να φτάσει μέχρι 75%, όταν τα φυτά εκτεθούν παρατεταμένα σε υψηλή θερμοκρασία, όπως αυτή των 41°C. Σε μια παρόμοια μελέτη, οι ερευνητές έδειξαν ότι οι υψηλότερες θερμοκρασίες έχουν αρνητικό αντίκτυπο στον καρπό της ελιάς και στην ποιότητα του λαδιού, αναφέροντας ότι η περιεκτικότητα σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα στο ελαιόλαδο, όπως το ελαϊκό οξύ, ήταν χαμηλότερη στα φυτά από θερμότερο κλίμα σε σύγκριση με εκείνα από ψυχρότερο κλίμα. Μέσα από τη βιβλιογραφία έχουν αναφερθεί διάφορα σκευάσματα με προϊόντα αργίλου και οργανικά οξέα για τον μετριασμό των επιπτώσεων της θερμικής καταπόνησης, χωρίς όμως να βελτιώνουν ολιστικά το παραγόμενο ελαιόλαδο.
Το μέγεθος του καρπού και η απόδοση σε ελαιόλαδο
Το βάρος των καρπών και η συσσώρευση ελαιολάδου εξαρτάται από την ποικιλία. Στην Κορωνέικη, για παράδειγμα, είναι πολύ χαμηλότερα όταν καλλιεργείται κάτω από υψηλές θερμοκρασίες. Η συγκέντρωση λαδιού μπορεί να παρουσιάζει μια ασήμαντη γραμμική μείωση 1,1% ανά θερμοκρασιακό βαθμό, σε μια κλίμακα θερμοκρασιών από 16οC σε 32οC. Μια, όμως, αύξηση κατά 7οC έχει μόνιμη αρνητική επίδραση στη συγκέντρωση ελαιολάδου κατά τη συγκομιδή, ιδιαίτερα όταν η έκθεση σε υψηλή θερμοκρασία συμβαίνει στην αρχή της συγκέντρωσης ελαιολάδου.
Η περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες
Η περιεκτικότητα σε πολυφαινόλες και καροτενοειδή αυξάνεται σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, ενώ η συνολική περιεκτικότητα σε χλωροφύλλη μειώνεται. Η μείωση της περιεκτικότητας σε χλωροφύλλη στην περίπτωση των ελαιοδέντρων που εκτίθενται σε θερμές συνθήκες εξηγείται από την αναστολή των ενζύμων που εμπλέκονται στη βιοσύνθεση χλωροφύλλης και από ανεπάρκεια του μαγνησίου (μικρή κινητικότητα) που είναι απαραίτητο για τη σύνθεση χλωροφύλλης.
Τα λιπαρά οξέα
Ένας ενζυματικός δείκτης, η μηλονδιαλδεΰδη (MDA), χρησιμοποιείται στην εκτίμηση της θερμικής καταπόνησης των ελαιοδέντρων. Η αύξηση της περιεκτικότητας σε μηλονδιαλδεΰδη (MDA), σε ελαιόδεντρα που καλλιεργούνται κάτω από ζεστό κλίμα, αντανακλά και συσχετίζεται με την υπεροξείδωση των λιπιδίων.
Η σχετικά υψηλή περιεκτικότητα σε MDA στους ιστούς των φύλλων των ελαιοδέντρων που καλλιεργούνται σε συνθήκες θερμικής καταπόνησης μπορεί να εξηγηθεί από τις επικρατούσες κλιματολογικές συνθήκες αφού αυτές προκαλούν οξειδωτική βλάβη και υπεροξείδωση λιπιδίων. Επομένως, τα κορεσμένα λιπαρά οξέα, όπως το παλμιτικό οξύ και το στεατικό οξύ και τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, όπως το λινελαϊκό και το λινολενικό οξύ παρουσιάζουν υψηλές τιμές. Ο ρυθμός ελαϊκού οξέος παρουσιάζει, επίσης, σημαντική μείωση.
Το ποσοστό ελαϊκού οξέος ελαιολάδου από θερμικά καταπονημένα ελαιόδεντρα μπορεί να κάτω από τα όρια των διεθνών κανονισμών (5%-83%) ΔΣΕ (Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας) για εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, ενώ το παλμιτικό και το λινολενικό οξύ μπορούν να υπερβούν τα προτεινόμενα ανώτατα όρια που είναι 20% και 1%, αντίστοιχα (Διεθνές Συμβούλιο Ελαιοκομίας, 2015). Η χαμηλότερη τιμή περιεκτικότητας σε ελαϊκό οξύ σε ελαιόλαδα που προέρχονται από θερμικά καταπονημένα ελαιόδεντρα θα μπορούσε να εξηγηθεί από τη δραστηριότητα του ενζύμου της «ελαϊκής δεσατουράσης», η οποία είναι πιο δραστική σε θερμά κλίματα και, κατά συνέπεια, προκαλεί τη μετατροπή του ελαϊκού οξέος σε λινελαϊκό οξύ, όπως έχει αναφερθεί σε ερευνητικές εργασίες.
H κλιματική αλλαγή που συμβαίνει την τελευταία δεκαετία και απειλεί να επιδεινωθεί στο μέλλον, με αυξημένες θερμοκρασίες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, επηρεάζει πολλά στάδια της αναπαραγωγικής ανάπτυξης και ανάπτυξης της ελιάς, καθώς και της ποιότητας του λαδιού κατά τη συγκομιδή. Η μείωση της περιεκτικότητας σε χλωροφύλλη και η αύξηση της περιεκτικότητας σε υπεροξείδωση λιπιδίων και η αλλαγή στη συγκέντρωση του ελαιόλαδου στον καρπό, καθώς και η ποιότητα του λαδιού σε σχέση με το προφίλ λιπαρών οξέων είναι σημαντικές παράμετροι υποβάθμισης του παραγόμενου ελαιολάδου σε συνθήκες θερμικής καταπόνησης των ελαιοδέντρων.
Είναι απαραίτητες οι μελέτες προς την κατεύθυνση της πρόβλεψης πιθανών αλλαγών στην απόδοση και στην ποιότητα του ελαιολάδου υπό τα αναμενόμενα θερμά καλοκαίρια στη χώρα μας, όπως πρέπει να προσδιοριστεί και η ποικιλιακή καταλληλόλητα σε περιοχές που επηρεάζονται από θερμικά ακραίες συνθήκες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου