Στις αδιαφανείς και επικίνδυνες πρακτικές μεταφοράς ρωσικών υδρογονανθράκων, μετά το ευρωπαϊκό εμπάργκο και τις κυρώσεις της G7, με γερασμένα και λαθραία δεξαμενόπλοια και μεταφόρτωση στην ανοιχτή θάλασσα, αναφέρεται εκτενής έρευνα της εφημερίδας Le Monde.
Ως προς τη μεταφόρτωση, αναφέρεται, ότι με τα λιμάνια της Ανατολικής Βαλτικής της Ρωσίας να μην μπορούν να φιλοξενήσουν γιγάντια δεξαμενόπλοια, που είναι συνηθισμένα σε ταξίδια μεγάλων αποστάσεων, έχουν ξεπηδήσει κόμβοι στα ανοιχτά της Ελλάδας ή της Ισπανίας, όπου μεγάλα πλοία παραλαμβάνουν φορτίο από περισσότερα μικρά σκάφη.
«Η Καλαμάτα, στα ανοιχτά της Ελλάδας, έχει γίνει σημαντικός κόμβος για τη θαλάσσια κυκλοφορία, καθώς εκεί συναντώνται τα πλοία που φεύγουν από ρωσικά λιμάνια στη Μαύρη Θάλασσα και τη Βαλτική Θάλασσα στη διαδρομή προς την Ασία», σημειώνεται.
Υπογραμμίζεται, ότι «ένα άλλο πλεονέκτημα, είναι η παρουσία πολλών ελληνικών εταιρειών ναυτιλιακών υπηρεσιών.»
«Μπορούμε να ακολουθήσουμε τα πλοία του στόλου φάντασμα ή του σκιώδους στόλου, αλλά είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσουμε τους ιδιοκτήτες που κρύβονται πίσω από εταιρείες – βιτρίνα», αναφέρει ο Matthew Wright.
Ο κόσμος της ναυτιλίας τελειώνει εκεί που ξεκινά ο κόσμος της υπεράκτιας χρηματοδότησης, όπου τα κεφάλαια ρέουν αμέσως και είναι πολύ πιο δύσκολο να παρακολουθηθούν από ό,τι τα δεξαμενόπλοια, σημειώνει η εφημερίδα, με τον ο Matthew Wright να τονίζει:
«Υπάρχουν τόσα πολλά χρήματα που διακυβεύονται στο ρωσικό εμπόριο πετρελαίου, ώστε να υπάρχουν επίσης πολλά μέσα και ικανοί άνθρωποι για να παρακάμψουν τις κυρώσεις».
ΠΗΓΗ: Le Monde – Julien Bouissou, Francesca Fattori και Riccardo Pravettoni – La flotte fantôme : enquête sur les nouvelles routes du pétrole russe
Με αφορμή την ανωτέρω έρευνα, η εφημερίδα επισημαίνει την αναποτελεσματικότητα των κυρώσεων, ελλείψει κατάλληλου γεωπολιτικού πλαισίου, καθώς, όπως σημειώνει, από την έρευνά της αποδεικνύεται, η λαθραία μεταφορά από το «στόλο φάντασμα», ρωσικού πετρελαίου, το οποίο αντιπροσωπεύει μεταξύ 10% και 20% της συνολικής μεταφορικής ικανότητας του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων.
Διερωτάται αν η Ινδία είναι η νέα πετρελαϊκή δύναμη, σημειώνοντας, ότι ο διπλασιασμός σε ένα χρόνο των εξαγωγών πετρελαιοειδών της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μπορεί να δώσει την ψευδαίσθηση.
Υπενθυμίζει στη συνέχεια, ότι η τελευταία διπλωματική επιτυχία που επιτεύχθηκε μέσω κυρώσεων, ήταν η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για τα πυρηνικά του Ιράν, η οποία, όπως τονίζει, απέδειξε, ότι αυτό το διπλωματικό όπλο δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικό, παρά μόνο αν απολαμβάνει ισχυρή διεθνή συναίνεση.
Κατά την άποψή της, το ίδιο ισχύει σήμερα με τον οικονομικό και βιομηχανικό περιορισμό της Ρωσίας, που διακυβεύεται από πάρα πολλές καταστρατηγήσεις.
Υπογραμμίζει την υπονόμευση προς τις δύο κατευθύνσεις, αφού η Ρωσία εξακολουθεί να καταφέρνει να αποκτήσει βασικά ηλεκτρονικά εξαρτήματα για τη βιομηχανία εξοπλισμών.
Σημειώνει ότι οι κυρώσεις συγκρούονται εδώ με την πολιτική, καθώς ο περιορισμός θα συνεπαγόταν την ενίσχυση του τόνου έναντι τρίτων χωρών, όπως το Καζακστάν, σε μια εποχή, που οι Δυτικοί ελπίζουν να τις αποσπάσουν από τη ρωσική τροχιά.
Επισημαίνοντας τις επικρίσεις της πολιτικής των κυρώσεων για ηθικούς λόγους, ότι πλήττουν άμεσα τους άμαχους πληθυσμούς, ενώ τα καθεστώτα που στοχεύουν κατάφεραν να τις ανεχτούν, ή ακόμα και να τη μετατρέψουν προς όφελός τους, όπως συνέβη στην περίπτωση του Ιράκ, με τον Πρόγραμμα “Oil for Food” του ΟΗΕ, από το 1996 έως το 2003, τονίζει:
«Έχοντας γίνει μια αυτόματη απάντηση σε κρίσεις, τιμωρούμενες στα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λόγω της απουσίας αποτρεπτικής επαλήθευσης του σεβασμού τους, οι κυρώσεις βλέπουν τώρα την αποτελεσματικότητά τους περισσότερο από ποτέ να αμφισβητείται».
ΠΗΓΗ: Le Monde – Guerre en Ukraine : l’efficacité des sanctions en question
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου